Απλά βήματα γευσιγνωσίας κρασιού για καταναλωτές

Για να μπορεί ο καθένας μας να είναι στην ιδανική κατάσταση να αξιολογήσει έναν οίνο θα πρέπει αρχικά να έχουμε φάει ένα αξιοπρεπές σε ποσότητα γεύμα, επίσης και εξίσου δημαντικό, να είμαστε ενυδατωμένοι, καθαροί και χωρίς μυρωδιές αρώματος ή κρέμας σώματος, οι γυναίκες καλό είναι να μη φορούν κραγιόν. Είναι σημαντικό να έχει περάσει τουλάχιστον μια ώρα από τη στιγμή που πλύναμε τα δόντια μας. Η ώρα της γευσιγνωσίας καλό είναι να είναι όσο πιο νωρίς μέσα στη μέρα γίνεται ώστε να μην είμαστε κουρασμένοι. Είναι απαραίτητο επίσης ο χώρος γευσιγνωσίας να είναι απαλλαγμένος απο μυρωδιές π.χ. φαγητού για να μην επισκιαστούν τα αρώματα του κρασιού και να φωτίζεται με άπλετο φυσικό φως. Επίσης είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε ότι η ψυχική διάθεση παίζει μεγάλο ρόλο στην αξιολόγηση ενός οίνου. Σημαντικό είναι να είμαστε όσο πιο αντικειμενικοί γίνεται στην αξιολόγισή μας. Τέλος η χρήση πτυελοδοχείου κρίνεται απαραίτητη, όπως και ένα μπουκάλι νερό δίπλα μας, όταν πρόκειται να δοκιμάσουμε πολλά δείγματα κρασιού όπως πχ σε μια έκθεση κρασιού ή σε μια οργανωμένη γευσιγνωσία. Σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει το κρασί να το φτύνουμε και όχι να το πίνουμε. Η συνιστώμενη ημερίσια δόση είναι 1 ποτήρι κρασί την ημέρα και αυτό όχι κάθε μέρα, πρέπει να αφήνουμε τον οργανισμό μας να αποτοξινώνεται και είναι σημαντικό να ενυδατώνουμε τον οργανισμό μας με νερό. Και εννοείται μετά από κατανάλωση αλκοόλης δεν οδηγούμε.

Τα βήματα της γευσιγνωσίας μπορεί να σας φανούν πολλά, με μια εξάσκηση όμως και μια σύγκριση διαφορετικών κρασιών μεταξύ τους, θα μπείτε γρήγορα στο πνεύμα. Ξεκινάμε:

Εμφάνιση:

Μπροστά μας πρέπει να έχουμε μια λευκή επιφάνεια ή να έχουμε τοποθετημένη μια λευκή κόλλα χαρτί, για να αξιολογήσουμε το χρώμα του κρασιού. Γέρνουμε το ποτήρι πλαγίως και παρατηρούμε. Αν ένα κρασί δεν έχει αιωρούμενα σωματίδια και δεν είναι θολό, αλλά διαυγές, τότε μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε Καθαρό.

Χλωμό, μέτριο ή βαθύ είναι η κατηγοριοποίηση του βάθους του χρώματος.

Στα κόκκινα κρασιά ξεκινώντας από τα νεαρά κρασιά και οδεύοντας προς τα παλαιωμένα έχουμε τα εξής: Πορφυρό (κόκκινο που μοβίζει), Ρουμπινί, Γκρενά, Κεραμιδί, Καφέ.

Στα ροζέ κρασιά: Ροζέ, Σομόν και Πορτοκαλί.

Στα λευκά: Λεμονοπράσινο, Λεμονί, Χρυσό, Κεχριμπαρένιο, Κεραμιδί, Καφέ.

Μύτη:

Καθαρή ονομάζεται η μύτη (δηλαδή η μυρωδιά του κρασιού) όταν υπάρχουν ευχάριστα αρώματα και δεν επικαλύπτονται από μυρωδιές μούχλας, στάβλου, βρεγμένου χαρτονιού, βρεγμένης σφουγγαρίστρας,  κλπ

Νεαρό ονομάζεται το κρασί που έχει έντονα φρουτώδη αρώματα και ανθικά ή χορτώδη (πρασινάδας), εξελισσόμενος ονομάζεται ο οίνος που μυρίζει φρούτα και άνθη, αλλά σε πιο ώριμη μορφή, όπως και μπαχαρικά και έχει χάσει τη φυτικότητά του πχ. το άρωμα κομμένου γρασιδιού, εξελιγμένο είναι ένα κρασί που μυρίζει αποξηραμένα λουλούδια και φρούτα, επίσης μπορεί να μυρίζει και βρεγμένα φύλλα, μανιτάρια ή ζωικά αρώματα πχ δέρμα κλπ, κουρασμένο/ γερασμένο είναι αυτό που έχει χάσει τελείως τα αρώματα λουλουδιών και φρούτων σε οποιαδήποτε μορφή τους και έχει αρχίσει να οξειδώνεται.

Η αρωματική ένταση του κρασιού μπορεί να είναι ελαφριά, μέτρια-, μέτρια, μέτρια+, υψηλή.

Τα αρωματικά χαρακτηριστικά του κρασιού ανήκουν σε πολλέ ςδιαφορετικές κατηγορίες, όσες περισσότερες κατηγορίες μπορέσουμε να διακρίνουμε σε ένα κράσι, τόσο πιο πολύπλοκο λέμε ότι είναι. Οι κατηγορίες είναι οι ακόλουθες: Άνθικά(λουλούδια), φρουτώδη(πυρηνόκαρπα δηλαδή βερύκοκα και ροδάκινα, εσπεριδοειδή, κόκκινα φρούτα του δάσους, τροπικά φρούτα κλπ), μπαχαρικά(βανίλια, κανέλα κλπ), πράσινα αρώματα( πράσινης πιπεριάς, χορτάρι, φύλλα) που μπορέι να δηλώνουν άγουρο καρπό ή να είναι χαρακτηριστικό άρωμα μιας ποικιλίας πχ του Cabernet Sauvignon και του Sauvignon Blanc, βοτανικότητα(ντομάτα, ελιά, λάχανο κλπ), αρώματα ξύλου από το βαρέλι που χρησιμοποιήθηκε κατά την αλκοολική ζύμωση ή την ωρίμανση του κρασιού μέσα σε αυτό, στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται βαρέλια Γαλλικής και Αμερικάνικης Δρυός, σπανιότερα Βαλκανικής Δρυός και ακόμη πιο σπάνια ακακίας που προσδίδει πιο πικάντικα αρώματα στο κρασί. Ζωικά αρώματα είναι τα αρώματα του ωμού κρέατος, του καπνιστού κρέατος, του δέρματος κλπ.

Στόμα:

Με την ανάδευση μιας γουλιάς κρασιού στο στόμα μας παίρνουμε ακόμα περισσότερες πληροφορίες για το κρασί που έχουμε μπροστά μας:

Ξηρό, σχεδόν ξηρό, ημίξηρο, ημίγλυκο, γλυκό

Η οξύτητα (αναγνωρίζεται από την ποσότητα σιέλου που παράγουμε, όσο μεγαλύτερη ποσότητα, τόσο μεγαλύτερη και η οξύτητα) μπορεί να είναι χαμηλή, μέτρια-, μέτρια, μέτρια+ και υψηλή

Τανίνες( υπάρχουν κυρίως στο κόκκινο κρασί και αναγνωρίζεται ως η αίσθηση του μουδιάσματος/ μαγκώματος στη γλώσσα και στα ούλα μας) και μπορεί να είναι λίγες, μέτριες-, μέτριες, μέτριες+, πολλές (υψηλή συγκέντρωση)

Αλκοόλ (Είναι η αίσθηση της θέρμης που νιώθουμε στο λαιμό κατάτην κατάποση του κρασιού) – χαμηλό, μέτριο_, μέτριο, μέτριο+, υψηλό και συμβολίζεται ως abv. %.

Σώμα είναι το ιξώδες του κρασιού, υδαρές σώμα είναι αυτό που μπορεί η αίσθησή του να συγκριθεί με αυτήν του νερού, μέτριο είναι αυτό που μπορεί να συγκριθεί με αυτό του χημού ανανά και γεμάτο με αυτό του ελαιόλαδου, από κει και πέρα υπάρχουν όπως και στις άλλες κατηγορίες και το μέτριο- και το μέτριο+.

Ένταση αρωμάτων. Έντονης έντασης αρωματικής είναι αυτή του κρασιού που παράγεται από Μοσχάτο ή το Riesling, χαμηλής αρωματικής έντασης είναι της ποικιλίας Ασύρτικο, Σιδερίτης, Κυδωνίτσα, Trebbiano. Μέτριας αρωματικής έντασης είναι ποικιλίες όπως η Μαλαγουζιά, το Pinot Noir και το Ξινόμαυρο. Και εδώ υπάρχουν οι υποδιαιρέσεις μέτρια- και μέτρια+.

Για να περιγράψουμε τα αρώματα στόματος χρησιμοποιούμε και τις κατηγορίες που περιγράψαμε παραπάνω στα αρώματα μύτης.

Επίγευση ενός κρασιού είναι η διάρκεια της γεύσης του κρασιού στο στόμα μας μετά την κατάποσή του.

Τέλος, αφρώδη είναι τα κρασιά με τον έντονο αφρισμό, κατεβαίνουμε στα ημιαφρώδη και τέλος είναι τα ήρεμα κρασιά, χωρίς καθόλου αφρισμό.

Από άποψη ποιότητας ενός κρασιού χαρακτηρίζουμε ώς υψηλής ποιότητας τα κρασιά που χαρακτηρίζονται από πολυπλοκότητα δηλαδή ανήκουν σε τουλάχιστον 5 διαφορετικές αρωματικές κατηγορίες, παλαιώνουν για πολλά χρόνια, έχουν συνήθως ωριμάσει σε βαρέλι, έχουν ισορροπία στα στοιχεία του αλκολικού βαθμού, της οξύτητας, των τανινών, του σώματος και της αρωματικής έντασης, δηλαδή δεν έξέχει γευστικά κάτι από αυτα. Πολύ σημαντικό είναι τα επίπεδα θειώδους ανυδρίτη, δηλαδή το συντηρητικό που έχουν όλα τα κρασιά, όσο πιο χαμηλό, τόσο καλύτερο, ώστε να μην υπάρχει έντονη μυρωδιά από κλούβιο αυγό ή θειάφι στο κρασί. Ανιχνεύσιμο είναι άνω των 30 ppm. Ποιοτικά το κρασί μπορεί να ανήκει σε ελαττωματικό, χαμηλής ποιότητας, αποδεκτό, καλής ποιότητας, πολύ καλής ποιότητας και εξαιρετικής ποιότητας.

Ανάλογη της ποιότητας του κρασιού είναι και η τιμή του. Η κατηγοριοποίηση είναι οικονομικό, μέσης τιμής, υψηλής τιμής και premium τιμής.

Στην υγειά σας!

Καταναλώνετε υπεύθυνα.